Κύπρος: Difference between revisions

From LSJ

Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt

Menander, Monostichoi, 249
(6_10)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''Κύπρος''': ἡ, Ἑλληνικὴ [[νῆσος]] κατὰ τὰ νότια παράλια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, Ὅμ. ([[μάλιστα]] ἐν τῇ Ὀδ.) κτλ.˙ οἱ Ρωμαῖοι ἐλάμβανον [[ἐκεῖθεν]] τὸν ἄριστον χαλκόν, Λατ. cyprium, Πλίν. 34. 2˙ ― πρβλ. [[Κύπριος]].
|lstext='''Κύπρος''': ἡ, Ἑλληνικὴ [[νῆσος]] κατὰ τὰ νότια παράλια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, Ὅμ. ([[μάλιστα]] ἐν τῇ Ὀδ.) κτλ.˙ οἱ Ρωμαῖοι ἐλάμβανον [[ἐκεῖθεν]] τὸν ἄριστον χαλκόν, Λατ. cyprium, Πλίν. 34. 2˙ ― πρβλ. [[Κύπριος]].
}}
{{bailly
|btext=ου (ἡ) :<br />Chypre.<br />'''Étymologie:''' DELG hourrite kab|pali « cuivre » qui pourrait être à la base du nom de l’île, renommée pour son métal.
}}
}}

Revision as of 20:01, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Κύπρος Medium diacritics: Κύπρος Low diacritics: Κύπρος Capitals: ΚΥΠΡΟΣ
Transliteration A: Kýpros Transliteration B: Kypros Transliteration C: Kypros Beta Code: *ku/pros

English (LSJ)

ἡ, Cyprus, Od.17.442, al. (never in Il., exc. in Adv. (v. infr.)). Adv. Κυπρόθεν,

   A from Cyprus, AP9.487 (Pall.); Κυπρόθε, Call.Sos.9.7; Κύπρονδε, to Cyprus, Il.11.21.

Greek (Liddell-Scott)

Κύπρος: ἡ, Ἑλληνικὴ νῆσος κατὰ τὰ νότια παράλια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, Ὅμ. (μάλιστα ἐν τῇ Ὀδ.) κτλ.˙ οἱ Ρωμαῖοι ἐλάμβανον ἐκεῖθεν τὸν ἄριστον χαλκόν, Λατ. cyprium, Πλίν. 34. 2˙ ― πρβλ. Κύπριος.

French (Bailly abrégé)

ου (ἡ) :
Chypre.
Étymologie: DELG hourrite kab