μεγαλοκίνδυνος: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_17)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μεγᾰλοκίνδῡνος''': -ον, ὁ ἐπιχειρῶν μεγάλα καὶ ἐπικίνδυνα πράγματα, [[ῥιψοκίνδυνος]], ὁ εἰς μεγάλους περιπίπτων κινδύνους, ἀντίθετ. τῷ [[μικροκίνδυνος]], Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 4. 3, 23.
|lstext='''μεγᾰλοκίνδῡνος''': -ον, ὁ ἐπιχειρῶν μεγάλα καὶ ἐπικίνδυνα πράγματα, [[ῥιψοκίνδυνος]], ὁ εἰς μεγάλους περιπίπτων κινδύνους, ἀντίθετ. τῷ [[μικροκίνδυνος]], Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 4. 3, 23.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui s’expose à de grands dangers.<br />'''Étymologie:''' [[μέγας]], [[κίνδυνος]].
}}
}}