πενταμερής: Difference between revisions
From LSJ
Σκηνὴ πᾶς ὁ βίος καὶ παίγνιον: ἢ μάθε παίζειν, τὴν σπουδὴν μεταθείς, ἢ φέρε τὰς ὀδύνας → All life is a stage and a play: either learn to play laying your gravity aside, or bear with life's pains.
(6_7) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πενταμερής''': -ές, ὁ εἰς [[πέντε]] μέρη διῃρημένος, ἄλλοι δὲ πενταμερῆ λέγουσι (τὴν χώραν) Στράβ. 165· - πενταμερῶς, Ἐπίρρ. 3, 48(55). | |lstext='''πενταμερής''': -ές, ὁ εἰς [[πέντε]] μέρη διῃρημένος, ἄλλοι δὲ πενταμερῆ λέγουσι (τὴν χώραν) Στράβ. 165· - πενταμερῶς, Ἐπίρρ. 3, 48(55). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br />composé de cinq parties.<br />'''Étymologie:''' [[πέντε]], [[μέρος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:06, 9 August 2017
English (LSJ)
ές,
A consisting of five parts, χώρα Str.3.4.19, cf. Diom. p.498 K. Adv. -ρῶς, φύλλα π. ἐπεσχισμένα Dsc.3.48.
German (Pape)
[Seite 556] ές, fünftheilig, Strab. 3, 4, 19.
Greek (Liddell-Scott)
πενταμερής: -ές, ὁ εἰς πέντε μέρη διῃρημένος, ἄλλοι δὲ πενταμερῆ λέγουσι (τὴν χώραν) Στράβ. 165· - πενταμερῶς, Ἐπίρρ. 3, 48(55).