πεντηκοντήρ: Difference between revisions
From LSJ
ἡ πρὸς τοὺς ἄρρενας συνουσία → passionate friendship between males
(6_12) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πεντηκοντήρ''': ῆρος, ὁ, ὁ διοικῶν [[σῶμα]] ἐκ [[πεντήκοντα]] ἀνδρῶν (ἐν τῷ Σπαρτιατικῷ στρατῷ), Θουκ. 5. 66, Ξεν. Ἀνάβ. 3. 4. 21· φέρεται πεντηκοστὴρ ἐν Ξεν. Λακ. 11. 4., 13. 4, Ἑλλ. 3, 5, 22., 4. 5, 7. | |lstext='''πεντηκοντήρ''': ῆρος, ὁ, ὁ διοικῶν [[σῶμα]] ἐκ [[πεντήκοντα]] ἀνδρῶν (ἐν τῷ Σπαρτιατικῷ στρατῷ), Θουκ. 5. 66, Ξεν. Ἀνάβ. 3. 4. 21· φέρεται πεντηκοστὴρ ἐν Ξεν. Λακ. 11. 4., 13. 4, Ἑλλ. 3, 5, 22., 4. 5, 7. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ῆρος (ὁ) :<br />commandant de cinquante soldats.<br />'''Étymologie:''' [[πεντήκοντα]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:06, 9 August 2017
English (LSJ)
ῆρος, ὁ,
A commander of fifty men, name of an officer in the Spartan army, Th.5.66, X. An. 3.4.21 :—written πεντηκοστήρ in Id.Lac. 11.4, 13.4, HG 3.5.22, 4.5.7.
German (Pape)
[Seite 558] ῆρος, ὁ, = πεντηκοστήρ; Thuc. 5, 66; Xen. An. 3, 4, 21.
Greek (Liddell-Scott)
πεντηκοντήρ: ῆρος, ὁ, ὁ διοικῶν σῶμα ἐκ πεντήκοντα ἀνδρῶν (ἐν τῷ Σπαρτιατικῷ στρατῷ), Θουκ. 5. 66, Ξεν. Ἀνάβ. 3. 4. 21· φέρεται πεντηκοστὴρ ἐν Ξεν. Λακ. 11. 4., 13. 4, Ἑλλ. 3, 5, 22., 4. 5, 7.
French (Bailly abrégé)
ῆρος (ὁ) :
commandant de cinquante soldats.
Étymologie: πεντήκοντα.