ἀτέκμων: Difference between revisions
From LSJ
Θεῷ μάχεσθαι δεινόν ἐστι καὶ τύχῃ → Obsistere est difficile fortunae et deo → Mit Gott zu kämpfen ist gefährlich und dem Glück
(6_19) |
(big3_7) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀτέκμων''': -ονος, ἡ, ([[τίκτω]], τεκεῖν) ἐπὶ γυναικός, ἡ μὴ τίκτουσα, ἡ μένουσα ἄτεκνος, στείρας τοι δείξει καὶ ἀτέκμονας ἀνδράσι νύμφας Μανέθ. 4, 584. | |lstext='''ἀτέκμων''': -ονος, ἡ, ([[τίκτω]], τεκεῖν) ἐπὶ γυναικός, ἡ μὴ τίκτουσα, ἡ μένουσα ἄτεκνος, στείρας τοι δείξει καὶ ἀτέκμονας ἀνδράσι νύμφας Μανέθ. 4, 584. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ονος<br />[[que no puede concebir]] στεῖραι ... καὶ ἀτέκμονες ... νύμφαι Man.4.584. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:04, 21 August 2017
English (LSJ)
ονος, ἡ, (τεκεῖν)
A childless, barren, Man.4.584.
German (Pape)
[Seite 384] (τέκος), unfruchtbar, Maneth. 4, 584 l. d.
Greek (Liddell-Scott)
ἀτέκμων: -ονος, ἡ, (τίκτω, τεκεῖν) ἐπὶ γυναικός, ἡ μὴ τίκτουσα, ἡ μένουσα ἄτεκνος, στείρας τοι δείξει καὶ ἀτέκμονας ἀνδράσι νύμφας Μανέθ. 4, 584.
Spanish (DGE)
-ονος
que no puede concebir στεῖραι ... καὶ ἀτέκμονες ... νύμφαι Man.4.584.