δημιούργημα: Difference between revisions

From LSJ

λύπης ἰατρός ἐστιν ὁ χρηστὸς φίλος → a true friend is grief's physician, a worthy friend is a physician to your pain

Source
(6_21)
(big3_11)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δημιούργημα''': τό, [[ἔργον]] τέχνης, [[κατασκεύασμα]], οὐ τύχης οὐδ’ ἀνθρώπων δ., ἐπὶ τοῦ σύμπαντος, Ζάλευκ. παρὰ Στοβ. 279. 20· δ. χειρῶν Διον. Ἁλ. π. Συνθέσ. 1.
|lstext='''δημιούργημα''': τό, [[ἔργον]] τέχνης, [[κατασκεύασμα]], οὐ τύχης οὐδ’ ἀνθρώπων δ., ἐπὶ τοῦ σύμπαντος, Ζάλευκ. παρὰ Στοβ. 279. 20· δ. χειρῶν Διον. Ἁλ. π. Συνθέσ. 1.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">1</b> [[producto de artesanía]], [[obra artesanal]] ῥυτὸν ... κέρας Ath.497c, δημιουργημάτων [[ἀποτύπωσις]] imitación de trabajos de artesanía</i> op. κλοπή Longin.13.4, χειρῶν δ. de un peplo, D.H.<i>Comp</i>.1.2, cf. 10.2, de una corona, I.<i>AI</i> 14.35, cf. Plu.2.559d, D.C.49.43.2<br /><b class="num">•</b>gener. [[obra]], [[producto del trabajo]] οὐ γὰρ τύχης οὐδ' ἀνθρώπων εἶναι δημιουργήματα del cosmos y su disposición, Zaleuc.226.27, τῶν δαιμόνων τὰ σφέτερα δημιουργήματα ... συνθεωρεῖσθαι παρεχόντων Iambl.<i>Myst</i>.2.7, cf. 1.5, κενὸν εἱμαρμένης δ. Vett.Val.31730, cf. D.Chr.12.34, 48.14, Poll.7.7, Vett.Val.260.8, Dam.<i>in Prm</i>.175<br /><b class="num">•</b>esp. [[obra de arte]] τὰ Φειδίου δημιουργήματα Iul.<i>Or</i>.3.54a, cf. D.Chr.12.49, 77/78.24, Aesop.102, de las copas de los dioses, Herm.<i>in Phdr</i>.202<br /><b class="num">•</b>en lit. judeo-crist. [[obra de la Creación]] del alma τὸ θεοειδὲς ἐκεῖνο δ. Ph.1.207 cf. 208, de los seres humanos, I.<i>AI</i> 12.23, Clem.Al.<i>Paed</i>.2.1.5, gener., Clem.Al.<i>Prot</i>.11.115.<br /><b class="num">2</b> [[criatura]] ἕωσπερ οὗ ... πρὸς ἀπότεξιν εὐτρεπὲς ἀπεργάσηται τὸ δ. (τὸ σπέρμα) hasta que, lista (la semilla) para el nacimiento, se realice la criatura</i> Hierocl.1.11.
}}
}}

Revision as of 12:07, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δημιούργημα Medium diacritics: δημιούργημα Low diacritics: δημιούργημα Capitals: ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΑ
Transliteration A: dēmioúrgēma Transliteration B: dēmiourgēma Transliteration C: dimioyrgima Beta Code: dhmiou/rghma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A a work of art, piece of workmanship, Longin.13.4 (pl.), Ath.11.497c, Herm. in Phdr. p.202 A.; δ. χειρῶν D.H.Comp.1; τὰ δ. Φειδίου Jul.Or.2.54b; οὐ τύχης οὐδ' ἀνθρώπων δ., of the universe, Zaleuc. ap. Stob.4.2.19, cf. Dam.Pr.175; θεοειδὲς δ. ᾧ λογιζόμεθα Ph.1.208; creature, πρὸς ἀπότεξιν εὐτρεπὲς δ. Hierocl.p.7 A.; also of actions, Iamb.Myst.1.5, 2.7.

German (Pape)

[Seite 562] τό, die Arbeit; χειρῶν Dion. Hal. C. V. init.; Ath. XI, 497 b u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

δημιούργημα: τό, ἔργον τέχνης, κατασκεύασμα, οὐ τύχης οὐδ’ ἀνθρώπων δ., ἐπὶ τοῦ σύμπαντος, Ζάλευκ. παρὰ Στοβ. 279. 20· δ. χειρῶν Διον. Ἁλ. π. Συνθέσ. 1.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
1 producto de artesanía, obra artesanal ῥυτὸν ... κέρας Ath.497c, δημιουργημάτων ἀποτύπωσις imitación de trabajos de artesanía op. κλοπή Longin.13.4, χειρῶν δ. de un peplo, D.H.Comp.1.2, cf. 10.2, de una corona, I.AI 14.35, cf. Plu.2.559d, D.C.49.43.2
gener. obra, producto del trabajo οὐ γὰρ τύχης οὐδ' ἀνθρώπων εἶναι δημιουργήματα del cosmos y su disposición, Zaleuc.226.27, τῶν δαιμόνων τὰ σφέτερα δημιουργήματα ... συνθεωρεῖσθαι παρεχόντων Iambl.Myst.2.7, cf. 1.5, κενὸν εἱμαρμένης δ. Vett.Val.31730, cf. D.Chr.12.34, 48.14, Poll.7.7, Vett.Val.260.8, Dam.in Prm.175
esp. obra de arte τὰ Φειδίου δημιουργήματα Iul.Or.3.54a, cf. D.Chr.12.49, 77/78.24, Aesop.102, de las copas de los dioses, Herm.in Phdr.202
en lit. judeo-crist. obra de la Creación del alma τὸ θεοειδὲς ἐκεῖνο δ. Ph.1.207 cf. 208, de los seres humanos, I.AI 12.23, Clem.Al.Paed.2.1.5, gener., Clem.Al.Prot.11.115.
2 criatura ἕωσπερ οὗ ... πρὸς ἀπότεξιν εὐτρεπὲς ἀπεργάσηται τὸ δ. (τὸ σπέρμα) hasta que, lista (la semilla) para el nacimiento, se realice la criatura Hierocl.1.11.