ἀκίναγμα: Difference between revisions

From LSJ

σιγᾶν ἄμεινον ἢ λαλεῖν ἃ μὴ πρέπει → it's better to keep silence than to say what's not appropriate (Menander)

Source
(6_3)
(big3_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀκίναγμα''': [ᾰκῐ], τό, -γμός, ὁ, = [[τίναγμα]], -γμός, «χειρῶν ἠδὲ ποδῶν ἀκινάγματα, τὰ τινάγματα τῶν ποδῶν [[μετὰ]] ῥυθμοῦ, καὶ τὰ τῶν χειρῶν κινήματα», Ποιητ. ἐν Ἐτυμ. Μ. 48. 39.
|lstext='''ἀκίναγμα''': [ᾰκῐ], τό, -γμός, ὁ, = [[τίναγμα]], -γμός, «χειρῶν ἠδὲ ποδῶν ἀκινάγματα, τὰ τινάγματα τῶν ποδῶν [[μετὰ]] ῥυθμοῦ, καὶ τὰ τῶν χειρῶν κινήματα», Ποιητ. ἐν Ἐτυμ. Μ. 48. 39.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br /><br /><b class="num">• Prosodia:</b> [ᾰκῐ-]<br />[[sacudida]], [[temblor]] χειρῶν ἠδὲ ποδῶν <i>Lyr.Adesp</i>.122.
}}
}}

Revision as of 12:10, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀκίναγμα Medium diacritics: ἀκίναγμα Low diacritics: ακίναγμα Capitals: ΑΚΙΝΑΓΜΑ
Transliteration A: akínagma Transliteration B: akinagma Transliteration C: akinagma Beta Code: a)ki/nagma

English (LSJ)

[ᾰκῐ], τό,

   A = τίναγμα, χειρῶν ἠδὲ ποδῶν Lyr.Adesp.30 B (= Call.Fr.anon.68):—also ἀκιναγμός, ὁ, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

ἀκίναγμα: [ᾰκῐ], τό, -γμός, ὁ, = τίναγμα, -γμός, «χειρῶν ἠδὲ ποδῶν ἀκινάγματα, τὰ τινάγματα τῶν ποδῶν μετὰ ῥυθμοῦ, καὶ τὰ τῶν χειρῶν κινήματα», Ποιητ. ἐν Ἐτυμ. Μ. 48. 39.

Spanish (DGE)

-ματος, τό

• Prosodia: [ᾰκῐ-]
sacudida, temblor χειρῶν ἠδὲ ποδῶν Lyr.Adesp.122.