ἀναφροδισία: Difference between revisions
From LSJ
οἱ βάρβαροι γὰρ ἄνδρας ἡγοῦνται μόνους τοὺς πλεῖστα δυναμένους καταφαγεῖν καὶ πιεῖν → for great feeders and heavy drinkers are alone esteemed as men by the barbarians
(6_9) |
(big3_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀναφροδῑσία''': ἡ, [[ἔλλειψις]] ἐρωτικῆς χάριτος, Φιλόστρ. 335, Ἰουλιαν. Μισοπώγ. 367Β. ΙΙ. [[ἀναισθησία]] πρὸς ἔρωτα, [[ἔλλειψις]] ἐρεθιστικότητος ἐρωτικῆς, Α. Γέλλιος 19. 9. | |lstext='''ἀναφροδῑσία''': ἡ, [[ἔλλειψις]] ἐρωτικῆς χάριτος, Φιλόστρ. 335, Ἰουλιαν. Μισοπώγ. 367Β. ΙΙ. [[ἀναισθησία]] πρὸς ἔρωτα, [[ἔλλειψις]] ἐρεθιστικότητος ἐρωτικῆς, Α. Γέλλιος 19. 9. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[incapacidad para inspirar amor]], [[falta de atractivo amoroso]] Philostr.<i>VA</i> 8.7.6, Iul.<i>Mis</i>.367b.<br /><b class="num">2</b> [[insensibilidad al amor]] Gell.19.9.9. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:13, 21 August 2017
English (LSJ)
ἡ,
A want of power to inspire love, lack of charm, Philostr.VA8.7, Jul.Mis.367b. II insensibility to love, Gell. 19.9.9.
German (Pape)
[Seite 214] ἡ, Mangel an Liebreiz; das Nichtverliebtsein, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναφροδῑσία: ἡ, ἔλλειψις ἐρωτικῆς χάριτος, Φιλόστρ. 335, Ἰουλιαν. Μισοπώγ. 367Β. ΙΙ. ἀναισθησία πρὸς ἔρωτα, ἔλλειψις ἐρεθιστικότητος ἐρωτικῆς, Α. Γέλλιος 19. 9.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
1 incapacidad para inspirar amor, falta de atractivo amoroso Philostr.VA 8.7.6, Iul.Mis.367b.
2 insensibilidad al amor Gell.19.9.9.