ἀντιτακτικός: Difference between revisions
From LSJ
τά γε μὰν λίνα πάντα λελοίπει ἐκ Μοιρᾶν → but all the thread granted him by the Fates had run out
(6_10) |
(big3_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀντιτακτικός''': -ή, -όν, [[ἐπιτήδειος]] πρὸς ἀντίστασιν, [[πρός]] τι Πλούτ. 2. 759Ε. 2) παρ’ Ἐκκλησ., [[αἱρετικός]]: ― Ἐπίρρ. -κῶς Ἐκκλ.: ― [[ὡσαύτως]] οὐσιαστ. ἀντιτάκτης, ου, ὁ, [[αἱρετικός]], Κλήμ. Ἀλεξ. 526. | |lstext='''ἀντιτακτικός''': -ή, -όν, [[ἐπιτήδειος]] πρὸς ἀντίστασιν, [[πρός]] τι Πλούτ. 2. 759Ε. 2) παρ’ Ἐκκλησ., [[αἱρετικός]]: ― Ἐπίρρ. -κῶς Ἐκκλ.: ― [[ὡσαύτως]] οὐσιαστ. ἀντιτάκτης, ου, ὁ, [[αἱρετικός]], Κλήμ. Ἀλεξ. 526. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> [[dispuesto o preparado para la resistencia]] πρὸς τὸ αἰσχρόν Plu.2.759e.<br /><b class="num">2</b> adv. -ῶς [[en oposición]] πρὸς τὸ ἀγαθὸν ἀντιτακτικῶς ἔχειν Gr.Nyss.<i>Hom.in Eccl</i>.428.6. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:14, 21 August 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A fit for resistance, πρός τι Plu.2.759e.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιτακτικός: -ή, -όν, ἐπιτήδειος πρὸς ἀντίστασιν, πρός τι Πλούτ. 2. 759Ε. 2) παρ’ Ἐκκλησ., αἱρετικός: ― Ἐπίρρ. -κῶς Ἐκκλ.: ― ὡσαύτως οὐσιαστ. ἀντιτάκτης, ου, ὁ, αἱρετικός, Κλήμ. Ἀλεξ. 526.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
1 dispuesto o preparado para la resistencia πρὸς τὸ αἰσχρόν Plu.2.759e.
2 adv. -ῶς en oposición πρὸς τὸ ἀγαθὸν ἀντιτακτικῶς ἔχειν Gr.Nyss.Hom.in Eccl.428.6.