ἀπιθύνω: Difference between revisions
Εὔτολμος εἶναι κρῖνε, τολμηρὸς δὲ μή → Audentiam tibi sume, non audaciam → Entschlossen zeige Mut, doch nicht Verwegenheit
(6_1) |
(big3_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπῑθύνω''': [[ἀπευθύνω]] ἐπὶ κατεαγότων ὀστέων, βάλλω εἰς τὴν θέσιν του, τοποθετῶ [[καλῶς]], ὅτι ἱκανῶς τὰ ὀστέα ἀπίθυνται Ἱππ. π. Ἀγμ. 756, ἐν τῇ ἀρχῇ· ἐπὶ γραμμῶν, [[σύρω]], ἀκλινέαις γραφίδεσσιν ἀπιθύνοντα πορείας... τόνδε μόλυβδον Ἀνθ. Π. 6. 67. | |lstext='''ἀπῑθύνω''': [[ἀπευθύνω]] ἐπὶ κατεαγότων ὀστέων, βάλλω εἰς τὴν θέσιν του, τοποθετῶ [[καλῶς]], ὅτι ἱκανῶς τὰ ὀστέα ἀπίθυνται Ἱππ. π. Ἀγμ. 756, ἐν τῇ ἀρχῇ· ἐπὶ γραμμῶν, [[σύρω]], ἀκλινέαις γραφίδεσσιν ἀπιθύνοντα πορείας... τόνδε μόλυβδον Ἀνθ. Π. 6. 67. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=(ἀπῑθύνω)<br />[[enderezar]], [[poner derecho]], [[rectificar]] πορείας <i>AP</i> 6.67 (Iul.Aegypt.), τῆς ὄψιος τὰ διάστροφα Aret.<i>CA</i> 1.5.3, πόδας Aret.<i>CA</i> 2.4.7<br /><b class="num">•</b>en v. med. [[enderezarse]], [[rectificarse]] τὰ ὄστεα Hp.<i>Fract</i>.7. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:15, 21 August 2017
English (LSJ)
A = ἀπευθύνω, of setting bones, in pf. Pass., Hp.Fract.7; of drawing lines, AP6.67 (Jul. Aegypt.); ἀ. τῆς ὄψιος τὰ διάστροφα Aret.CA1.5.
German (Pape)
[Seite 291] = ἀπευθύνω, lenken, μόλιβος πορείας ἀπιθύνων Iul. Aeg. 10 (VI, 67).
Greek (Liddell-Scott)
ἀπῑθύνω: ἀπευθύνω ἐπὶ κατεαγότων ὀστέων, βάλλω εἰς τὴν θέσιν του, τοποθετῶ καλῶς, ὅτι ἱκανῶς τὰ ὀστέα ἀπίθυνται Ἱππ. π. Ἀγμ. 756, ἐν τῇ ἀρχῇ· ἐπὶ γραμμῶν, σύρω, ἀκλινέαις γραφίδεσσιν ἀπιθύνοντα πορείας... τόνδε μόλυβδον Ἀνθ. Π. 6. 67.
Spanish (DGE)
(ἀπῑθύνω)
enderezar, poner derecho, rectificar πορείας AP 6.67 (Iul.Aegypt.), τῆς ὄψιος τὰ διάστροφα Aret.CA 1.5.3, πόδας Aret.CA 2.4.7
•en v. med. enderezarse, rectificarse τὰ ὄστεα Hp.Fract.7.