ἀπόδεσμος: Difference between revisions

From LSJ

Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn

Menander, Monostichoi, 501
(Bailly1_1)
(big3_5)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />bandeau pour la coiffure.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[δέω]].
|btext=ου (ὁ) :<br />bandeau pour la coiffure.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[δέω]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ <b class="num">I</b> [[cinturón]], [[ceñidor]] Ar.<i>Fr</i>.321.13, Luc.<i>DMeretr</i>.12.1.<br /><b class="num">II</b> [[paquete]] ἐπιστολῶν <i>PRyl</i>.78.36 (II d.C.)<br /><b class="num">•</b>[[fardo]] Hero <i>Mens</i>.210.14, cf. <i>BGU</i> 544.24 (II d.C.).<br /><b class="num">III</b> <b class="num">1</b>[[bolsa]] Plu.<i>Dem</i>.30, Paul.Aeg.3.41.<br /><b class="num">2</b> [[recipiente]] στακτῆς LXX <i>Ca</i>.1.13.
}}
}}

Revision as of 12:15, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπόδεσμος Medium diacritics: ἀπόδεσμος Low diacritics: απόδεσμος Capitals: ΑΠΟΔΕΣΜΟΣ
Transliteration A: apódesmos Transliteration B: apodesmos Transliteration C: apodesmos Beta Code: a)po/desmos

English (LSJ)

ὁ,

   A band, breastband, girdle, Ar.Fr.320.13, Luc.DMeretr.12.1.    II bag, case, receptacle, Plu.Dem.30, Paul.Aeg.3.41; στακτῆς sachet, LXXCa.1.13.    2 bundle, ἐπιστολῶν PRyl.78.36 (ii A. D.), etc.

German (Pape)

[Seite 300] ὁ, 1) Band, Brustbinde, οἷς ἐνῆν τιτθίδια Ar. Poll. 7, 66; Luc. D. Mer. 12. – 2) Bündel, Plut. Dem. 30.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπόδεσμος: ὁ, δεσμός, στηθόδεσμος, ζώνη, «ἄντικρυς δὲ τὸν νῦν καλούμενον ὑπὸ τῶν γυναικῶν στηθόδεσμον, εὕροις ἂν ὀνομαζόμενον ἀπόδεσμον ἐν Θεσμοφοριαζούσαις Ἀριστοφάνους: τὴν πτέρυγα παραλύσασα τοῦ χιτωνίου καὶ τῶν ἀποδέσμων οἷς ἐνῆν τὰ τιτθία» Πολυδ. Ζ΄, 66, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 309, 13· ἡ δὲ φιλήσασα τὸ μῆλον μεταξὺ τῶν μαστῶν ὑπὸ τῷ ἀποδέσμῳ παρεβύσατο Λουκ. Ἑταιρ. Διάλ. 12. 1. ΙΙ. δέμα, «κομπόδεμα», πολὺν χρόνον, ἐξ οὗ φοροίη τὸν ἀπόδεσμον ἐκεῖνον ὁ Δημοσθένης ὡς φυλακτήριον Πλουτ. Δημοσθ. 30· ἀπόδεσμος τῆς στακτῆς ἀδελφιδός μου ἐμοί Ἑβδ. (ᾎσμα ᾈσμάτ. α΄, 13).

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
bandeau pour la coiffure.
Étymologie: ἀπό, δέω.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ I cinturón, ceñidor Ar.Fr.321.13, Luc.DMeretr.12.1.
II paquete ἐπιστολῶν PRyl.78.36 (II d.C.)
fardo Hero Mens.210.14, cf. BGU 544.24 (II d.C.).
III 1bolsa Plu.Dem.30, Paul.Aeg.3.41.
2 recipiente στακτῆς LXX Ca.1.13.