ψιμίθιον: Difference between revisions

From LSJ

φύσις ἑκάστῳ τοῦ γένους ἐστὶν πατρίς → Natura generi cuique tamquam patria est → Die Heimat seiner Art ist jedem die Natur

Menander, Monostichoi, 210
(6_22)
(47c)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ψιμίθιον''': ψιμιθιόω, κτλ. μεταγενέστερα καὶ ἡμαρτημένα ἀντὶ [[ψιμύθιον]], κτλ.
|lstext='''ψιμίθιον''': ψιμιθιόω, κτλ. μεταγενέστερα καὶ ἡμαρτημένα ἀντὶ [[ψιμύθιον]], κτλ.
}}
{{grml
|mltxt=τὸ, Α<br /><b>βλ.</b> [[ψιμύθιο]].
}}
}}

Revision as of 06:14, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψιμίθιον Medium diacritics: ψιμίθιον Low diacritics: ψιμίθιον Capitals: ΨΙΜΙΘΙΟΝ
Transliteration A: psimíthion Transliteration B: psimithion Transliteration C: psimithion Beta Code: yimi/qion

English (LSJ)

   A v. ψιμύθιον.

German (Pape)

[Seite 1400] τό, spätere Form statt ψιμύθιον; so auch ψιμιθιοφανής, ές, ψιμιθιόω, ψιμιθισμός, ὁ, ψίμιθος, ὁ, spätere Form statt ψίμυθος, w. m. s.

Greek (Liddell-Scott)

ψιμίθιον: ψιμιθιόω, κτλ. μεταγενέστερα καὶ ἡμαρτημένα ἀντὶ ψιμύθιον, κτλ.

Greek Monolingual

τὸ, Α
βλ. ψιμύθιο.