ὣς ὁ μὲν ἔνθ' ἀπόλωλεν, ἐπεὶ πίεν ἁλμυρὸν ὕδωρ → so there he perished, when he had drunk the salt water
η, Νοσμή ψαριού, ιδίως ωμού.[ΕΤΥΜΟΛ. < ψάρι (Ι) + κατάλ. -ίλα (πρβλ. τυρ-ίλα)].