τριτοπηλίς

From LSJ
Revision as of 12:56, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (42)

αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων → always strive for excellence and prevail over others (Iliad 6.208, 11.784)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τριτοπηλίς Medium diacritics: τριτοπηλίς Low diacritics: τριτοπηλίς Capitals: ΤΡΙΤΟΠΗΛΙΣ
Transliteration A: tritopēlís Transliteration B: tritopēlis Transliteration C: tritopilis Beta Code: tritophli/s

English (LSJ)

σκορόδων δέσμη, ἀπὸ τοῦ πεπιλῆσθαι καὶ συνεστράφθαι, Hsch. (v. τρόπαλις).

Greek Monolingual

Α
(κατά τον Ησύχ.) «σκορόδων δέσμη...».
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για εσφ. τ. αντί του τρόπαλις (πρβλ. τροπαλλίς, αττ. τ. τρόπηλις), πιθ. κατ' επίδραση του τρίτος.