κοινὸν τύχη, γνώμη δὲ τῶν κεκτημένων → good luck is anyone's, judgment belongs only to those who possess it
ἀμβλῶ (-όω) (Α)ἀμβλίσκω.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Παράλλ. τ. του ρ. ἀμβλίσκω.ΠΑΡ. αρχ. ἀμβλωθρίδιοςμσν.ἀμβλώθριον].