αμβλύστομος
From LSJ
Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit
Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit
-η, -ο
αυτός που έχει αμβλύ στόμα, μη αιχμηρός, μη κοφτερός, στομωμένος.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αμβλύς + -στομος < στόμα.