κορύφαινα
From LSJ
πολλὰ μεταξὺ πέλει κύλικος καὶ χείλεος ἄκρου → there is many a slip twixt cup and lip, there's many a slip twixt cup and lip, there's many a slip 'twixt cup and lip, there's many a slip twixt the cup and the lip, there's many a slip 'twixt the cup and the lip
English (LSJ)
ἡ, a fish, A = ἵππουρος, Dorio ap.Ath.7.304c, Hsch.
Greek (Liddell-Scott)
κορύφαινα: ἡ, ἰχθύς τις, = ἵππουρος, Δωρίων παρ’ Ἀθην. 304C.
Greek Monolingual
η (Α κορύφαινα)
γένος τελεόστεων οστεϊχθύων που, σύμφωνα με τη σημερινή ταξινόμηση, ανήκει στην οικογένεια coryphaenidae.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κορυφή + επίθημα -αινα, που χαρακτηρίζει θηλ. ον. ζώων (πρβλ. ύ-αινα, φάλ-αινα)].