ὠκυπέτης

From LSJ
Revision as of 10:57, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_19)

Λύπης ἰατρός ἐστιν ἀνθρώποις λόγος → Maeroris unica medicina oratio → für Menschen ist der Trauer Arzt allein das Wort

Menander, Monostichoi, 326
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὠκῠπέτης Medium diacritics: ὠκυπέτης Low diacritics: ωκυπέτης Capitals: ΩΚΥΠΕΤΗΣ
Transliteration A: ōkypétēs Transliteration B: ōkypetēs Transliteration C: okypetis Beta Code: w)kupe/ths

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A swift-flying, swift-running, ἵππω ὠκυπέτα Il.8.42, 13.24; ἴρηξ Hes.Op.212: metaph., ὠ. μόρος S.Tr.1042 (lyr.):—also fem. Ὠκυπέτη, name of a Harpy, Hes.Th.267; and ὠκυπέτεια χελιδών, of a fish (cf. χελιδών 11), Marc.Sid.17.

Greek (Liddell-Scott)

ὠκῠπέτης: -ου, ὁ, ὁ ὠκέως πετόμενος, ταχέως τρέχων, χαλκόποδ’ ἵππῳ ὠκυπέτα Ἰλ. Θ. 42., Ν. 24· ἴρηξ Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 210· μεταφορ., ὠκ. μόρος Σοφ. Τραχ. 1042. ― Εὕρηνται δὲ καὶ οἱ θηλ. τύποι, Ὠκυπέτη, ὡς ὄνομα Ἁρπυίας, Ἡσ. Θεογ. 267· καὶ ὠκυπέτεια χελιδών, Μάρκελλ. Σιδήτ. Ἰατρικ. περὶ ἰχθύων 17 (ἐν τῇ Ἑλλ. Βιβλιοθ. Φαβρικ. τ. 1, σ. 15 τῆς α΄ ἐκδ.).