τὸ σὸν εἰς ἡμᾶς ἐνδιάθετον → your disposition towards us
ὀπωροδοτῶ, -έω (Μ)παρέχω εδώδιμους καρπούς.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπώρα + -δοτώ (< -δότης < δίδωμι), πρβλ. λογοδοτώ].