σικυήρατον
From LSJ
Ζῆν οὐκ ἔδει γυναῖκα κατὰ πολλοὺς τρόπους → Nullam esse decuit feminam multis modis → Kein Leben steht der Frau aus vielen Gründen zu
English (LSJ)
v. σικυήλατον.
German (Pape)
[Seite 881] τό, = Vorigem, Lob. Phryn. p. 86.
Greek Monolingual
τὸ, Α
βλ. σικυήλατον.