Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σιταρόψειρα

From LSJ
Revision as of 08:31, 25 February 2021 by Spiros (talk | contribs)

Νέος ἂν πονήσῃς, γῆρας ἕξεις εὐθαλές → Iuvenis labora: senium habebis floridum → Wenn jung du schuftest, wird dein Alter blühend sein

Menander, Monostichoi, 388

Greek Monolingual

και σταρόψειρα, η, Ν
ζωολ. κοινή ονομασία του εντόμου καλάντρα, αλλ. σιτοφάγος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σιτάρι / στάρι + ψείρα].