Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

στυφότητα

From LSJ
Revision as of 12:35, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (39)

Ὁπόσον τῷ ποδὶ περρέχει τᾶς γᾶς, τοῦτο χάρις → Every inch of his stature is grace

Theocritus, Idylls, 30.3

Greek Monolingual

η / στυφότης, -ητος, ΝΜΑ στυφός
νεοελλ.-μσν.
(για εδώδιμα) η ιδιότητα του στυφού, στυφή γεύση, στυφάδα
μσν.-αρχ.
μτφ. σοβαρότητα ή αυστηρότητα
αρχ.
πυκνότητα, στερεότητα.

Greek Monolingual

η / στυφότης, -ητος, ΝΜΑ στυφός
νεοελλ.-μσν.
(για εδώδιμα) η ιδιότητα του στυφού, στυφή γεύση, στυφάδα
μσν.-αρχ.
μτφ. σοβαρότητα ή αυστηρότητα
αρχ.
πυκνότητα, στερεότητα.