συγκαταθλώ

From LSJ
Revision as of 12:35, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (39)

μηδενὶ συμφορὰν ὀνειδίσῃς, κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → never mock a disaster, fate is common to all and the future unknown

Source

Greek Monolingual

-άω, Α
κατασυντρίβω μαζί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + καταθλῶ (Ι) «κατασυντρίβω, σπάζω»].

Greek Monolingual

-άω, Α
κατασυντρίβω μαζί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + καταθλῶ (Ι) «κατασυντρίβω, σπάζω»].