τεῦθος

From LSJ
Revision as of 04:40, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (4b)

καὶ ὑποθέμενος κατὰ τῆς κεφαλῆς φέρειν τὰς πληγάς, ὡς ἐν ἐκείνῃ τοῦ τε κακοῦ τοῦ πρὸς ἀνθρώπους → and having instructed them to bring their blows against the head, seeing that the harm to humans ... (Josephus, Antiquities of the Jews 1.50)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεῦθος Medium diacritics: τεῦθος Low diacritics: τεύθος Capitals: ΤΕΥΘΟΣ
Transliteration A: teûthos Transliteration B: teuthos Transliteration C: teythos Beta Code: teu=qos

English (LSJ)

ὁ,

   A calamary or squid, of a larger kind than the τευθίς, perh.Todarodes sagittatus, Arist.HA490b13, 524a25, Fr.340.

German (Pape)

[Seite 1101] od. τευθός, ὁ, eine ähnliche Dintenfischart wie τευθίς, davon unterschieden in der Größe; Arist. H. A. 4, 1; Ath. VII, 326.

Greek (Liddell-Scott)

τεῦθος: ὁ, μαλάκιον μεῖζον τῆς τευθίδος, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστορ. 4. 1, 8, πρβλ. 1. 6, 2, Ἀποσπ. 319, κλπ.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
seiche ou calmar de grande espèce, poisson.
Étymologie: v. τευθίς.

Greek Monolingual

ὁ, Α
είδος μαλακίου μεγαλύτερου από την τευθίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. της λ. τευθίς κατά τα δευτερόκλιτα αρσ.].

Russian (Dvoretsky)

τεῦθος: и τευθός ὁ каракатица, сепия (Sepia officinalis) Arst.