ἐπὶ τῷ μὴ κοινωνικῶς χρῆσθαι τοῖς εὐτυχήμασι → for not having used their success in a spirit of partnership
Full diacritics: φῡλᾰδόν | Medium diacritics: φυλαδόν | Low diacritics: φυλαδόν | Capitals: ΦΥΛΑΔΟΝ |
Transliteration A: phyladón | Transliteration B: phyladon | Transliteration C: fyladon | Beta Code: fulado/n |
Adv.
A by tribes, Sch.BT Il.12.3.
Α
επίρρ. κατά φυλές, χωρισμένος σε φυλές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φῦλον / φυλή + επιρρμ. κατάλ. -αδόν (πρβλ. ὁμιλ-αδόν)].