φουρνοπλάστης
From LSJ
Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection
English (LSJ)
ου, ὁ,
A potter, gloss on ἰπνοπλάθης, Tim.Lex.
German (Pape)
[Seite 1301] ὁ, der Töpfer, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
φουρνοπλάστης: -ου, ὁ, κεραμεύς, Τιμ. Λεξ. 149 πρὸς ἑρμηνείαν τῆς λέξ. ἰπνοπλάθαι.
Greek Monolingual
ὁ, Α
αυτός που πλάθει φούρνους, που κατασκευάζει φούρνους με πηλό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φοῦρνος + πλάστης (< πλάσσω), πρβλ. χοο-πλάστης.