ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε → either say something better than silence or keep silence (Menander)
(I)τὸ, Αὡρεῖον, σιταποθήκη.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὡρεῖον «αποθήκη σιτηρών» + -λόγιον].(II)τὸ, ΜΑβλ. ωρολόγιο.