μίλημα

From LSJ
Revision as of 14:40, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit

Menander, Monostichoi, 449

Greek Monolingual

το
η ομιλία, η μιλιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὁμίλημα, με σίγηση του αρκτικού άτονου ο- (πρβλ. ὀμμάτιον > μάτι].