обходительный
Russian > Greek
ἐντευκτικός ;; εὔχαρις ;; ἐπίχαρις ;; προσήγορος ;; εὐπροσήγορος ;; ὁμιλητικός ;; εὔκολος ;; κομψός ;; κοινός
ἐντευκτικός ;; εὔχαρις ;; ἐπίχαρις ;; προσήγορος ;; εὐπροσήγορος ;; ὁμιλητικός ;; εὔκολος ;; κομψός ;; κοινός