εἰς δὲ θεοὺς ἀσεβείας τε καὶ εὐσεβείας καὶ γονέας καὶ αὐτόχειρος φόνου μείζους ἔτι τοὺς μισθοὺς διηγεῖτο → and he had still greater requitals to tell of piety and impiety towards the gods and parents and of self-slaughter
Full diacritics: διαρρᾰχίζω | Medium diacritics: διαρραχίζω | Low diacritics: διαρραχίζω | Capitals: ΔΙΑΡΡΑΧΙΖΩ |
Transliteration A: diarrachízō | Transliteration B: diarrachizō | Transliteration C: diarrachizo | Beta Code: diarraxi/zw |
A carve, Eub.15.4 (Pass.).
διαρρᾰχίζω: διασχίζω, διαχωρίζω, κόπτω, κατακόπτω, Εὔβουλ. Αὐγ. 1.
(διαρρᾰχίζω)
cortar, trinchar en v. pas. διερράχισται σεμνὰ δελφάκων κρέα Eub.14.4.