πρόσμειξις
From LSJ
κρειττότερον ἐστὶν εἰδέναι ἐν μέσῃ τῇ Πόλει φακιόλιον βασιλεῦον Τούρκου, ἢ καλύπτραν λατινικήν → I would rather see a Turkish turban in the midst of the City than the Latin mitre
English (LSJ)
εως, ἡ, (
A προσμείγνυμι 11) coming near to, and (in hostile sense) attack, assault, Th.5.72; ἡ τῶν ἁρμάτων π. D.C.40.2.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πρόσμειξις -εως, ἡ [προσμείγνυμι] aanval.