σιγματίζω
From LSJ
κεῖται μὲν γαίῃ φθίμενον δέμας, ἡ δὲ δοθεῖσα ψυχή μοι ναίει δώματ' ἐπουράνια → my body lies mouldering in the ground, but the soul entrusted to me dwells in heavenly abodes
English (LSJ)
A write with sigma, διπλῶς σιγματίζεται is written with double ς, Eust.1389.15.
German (Pape)
[Seite 878] mit dem Sigma schreiben, das Sigma brauchen od. mißbrauchen, es zu oft brauchen, Eust.
Greek (Liddell-Scott)
σιγμᾰτίζω: γράφω διὰ του σ, διπλῶς σιγματίζεται, γράφεται διὰ διπλοῦ σ. Εὐστ. 1389. 15.
Greek Monolingual
ΝΜ σίγμα
νεοελλ.
παρουσιάζω τραυλισμό στην προφορά του γράμματος σίγμα
μσν.
δημιουργώ ή παρουσιάζω σιγματισμό, παρήχηση του γράμματος σ.