πετραῖον
From LSJ
μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.
English (LSJ)
τό(
A = ἀσπάραγος ἄγριος, acc. to Ps.-Dsc.2.125), a rock plant, Thphr.HP9.15.7 (nisi leg. κατὰ), Nic.Fr.71.2 (πετρίου codd. Ath.).
Greek (Liddell-Scott)
πετραῖον: τό, φυτόν τι τῶν βράχων, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 15, 7.
Greek Monolingual
τὸ, Α
βλ. πετραῑος.