τρυγηφάνιος

From LSJ
Revision as of 21:05, 7 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῠγηφάνιος Medium diacritics: τρυγηφάνιος Low diacritics: τρυγηφάνιος Capitals: ΤΡΥΓΗΦΑΝΙΟΣ
Transliteration A: trygēphánios Transliteration B: trygēphanios Transliteration C: trygifanios Beta Code: trughfa/nios

English (LSJ)

οἶνος, ὁ,

   A second wine pressed from the husks, Poll.6.17; also τρῠγη-φάνιον, τό, Id.7.151: cf. δευτερίας.

Greek (Liddell-Scott)

τρῠγηφάνιος: οἶνος, ὁ, δεύτερος οἶνος λαμβανόμενος ἐκ τῶν στεμφύλων, Λατ. lora, Πολυδ. ϛʹ, 17· οὕτω τρυγηφάνιον, τό, ὁ αὐτ. 7. 151· πρβλ. δευτερίας.

Greek Monolingual

-ον, Α
1. (για κρασί) αυτός που λαμβάνεται από τα στέμφυλα, από την πολτώδη μάζα που απομένει μετά την έκθλιψη τών σταφυλιών, ο στεμφυλίτης ή δευτερίας οίνος
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ τρυγηφάνιον
(κατά τον Πολυδ.) στεμφυλίτης οίνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρύξ, τρυγός + -φάνιος (< θ. φαν- του ρ. φαίνω /φαίνομαι)].