ῥοδουντία

From LSJ
Revision as of 09:40, 13 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

τούτων γάρ ἑκάτερον κοινῷ ὀνόματι προσαγορεύεται ζῷον, καί ὁ λόγος δέ τῆς οὐσίας ὁ αὐτός → and these are univocally so named, inasmuch as not only the name, but also the definition, is the same in both cases (Aristotle, Categoriae 1a8-10)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ῥοδουντία Medium diacritics: ῥοδουντία Low diacritics: ροδουντία Capitals: ΡΟΔΟΥΝΤΙΑ
Transliteration A: rhodountía Transliteration B: rhodountia Transliteration C: rodountia Beta Code: r(odounti/a

English (LSJ)

ἡ,    A dish flavoured with roses, Ath.9.403d; cf. ῥοδωνιά IV.

Greek (Liddell-Scott)

ῥοδουντία: ἡ, ἔδεσμα παρεσκευασμένον μετὰ ῥόδων, Ἀθήν. 403D· πρβλ. ῥοδωνιὰ IV.

Greek Monolingual

ἡ, Α
έδεσμα με βασικό συστατικό τα ροδοπέταλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. έχει σχηματιστεί από έναν αμάρτυρο τ. επιθ. ῥοδοῦς, -οῦντος (< ῥοδόεις, με συναίρεση)].