ἐκκροτέω
μηδέ μοι ἄκλαυστος θάνατος μόλοι, ἀλλὰ φίλοισι καλλείποιμι θανὼν ἄλγεα καὶ στοναχάς → may death not come to me without tears, but when I die may I leave my friends with sorrow and lamentation
English (LSJ)
A beat or knock out, ὅπλα τῆς χειρός J.AJ6.2.2. II hammer out, form, educate, Phryn.PSp.68 B.
German (Pape)
[Seite 765] herausschlagen; ὅπλα τῶν χειρῶν Ios.; ῥήτορας, = ausbilden, B. A. 39.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκκροτέω: ἐκκρούω, καὶ τῶν χειρῶν ἐκκροτήσας τὰ ὅπλα (ὁ θεὸς) γυμνοὺς εἰς φυγὴν ἀπέτρεψεν Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 6. 2, 2. ΙΙ. μεταφορ., διδάσκω, μορφώνω, Α. Β. 39. 3.
Spanish (DGE)
I c. gen. hacer caer τῶν χειρῶν ... τὰ ὅπλα I.AI 6.27.
II 1náut. empernar, enclavijar una barcaza, en v. pas. BGU 1807.2 (I a.C.)
•fig., ref. pers. forjar, formar ᾠόμεθα ... σοφιστὰς ἐν Σούσοις Περσῶν παῖδας ἐκκροτήσειν ῥήτορας Lib.Or.18.282, cf. Phryn.PS p.68, στρατιώτας ἀντὶ ῥητόρων Lib.Ep.715.3.
2 provocar, entablar πολέμους AP 9.689.