ἀντιπαρεκτείνομαι
From LSJ
ἄλογον δὴ τὸ μήτε μάχης ἄρξασθαι μήτε τοὺς φίλους φυλάξαι, ἐὰν ὑπό γε τῶν βαρβάρων ἀδικῆσθε → It is irrational neither to begin battle nor to guard the friends, if you are ever wronged by the foreigners
English (LSJ)
A to be reciprocally interpenetrated, τὰ ἀλλήλοις δι' ὁλων -όμενα Id.ib.154:—also Act., [αἱ ψυχαὶ] δι' ὅλων τῶν σωμάτων -ουσιν Id.ib. 153. 2 Act., extend in line with, τῷ τείχει τὸ ἱππικόν J.BJ3.7.24. 3 Pass., extend in the contrary direction, Iamb. in Nic. p.13P.
Greek Monolingual
ἀντιπαρεκτείνομαι (Α)
εκτείνομαι και διεισδύω αμοιβαία σε κάποιον ή κάτι άλλο.