Ἀμφιγυήεις
From LSJ
ἐάν μή διδάξητε περί ἀρετὴς τούς τό ἀργύριον κλέψαντας, οὐ ταξόμεθα οἱ ὁπλῖται → if you don't teach those who have stolen money a lesson on moral virtue, we, the hoplites, will not line up
English (LSJ)
ὁ, epith. of Hephaestus, A with both feet crooked, lame, Il.1.607, etc.
Greek (Liddell-Scott)
Ἀμφιγυήεις: ὁ, ἐπίθ. τοῦ Ἡφαίστου, ὁ κατ’ ἀμφότερα τὰ σκέλη χωλός. Ἰλ. Α. 607, κτλ. (ἐκ τοῦ γυιὸς = χωλός, οὐχὶ ἐκ τοῦ γυῖον).
Greek Monotonic
Ἀμφιγυήεις: ὁ (γυιός), λέγεται για τον Ήφαιστο, αυτός που κουτσαίνει και στα δύο πόδια, ο χωλός, σε Ομήρ. Ιλ.