Φίλος με βλάπτων (λυπῶν) οὐδὲν ἐχθροῦ διαφέρει → Laedens amicus distat inimico nihil → Ein Freund, der schadet, ist ganz gelich mir einem Feind
Full diacritics: σπιθίαι | Medium diacritics: σπιθίαι | Low diacritics: σπιθίαι | Capitals: ΣΠΙΘΙΑΙ |
Transliteration A: spithíai | Transliteration B: spithiai | Transliteration C: spithiai | Beta Code: spiqi/ai |
σανίδες νεώς, Hsch. σπίκανον· σπάνιον, Id.
σπιθίαι: «σανίδες νεὼς» Ἡσύχ.
Α
(κατά τον Ησύχ.) «σανίδες νεώς».
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. πιθ. συνδέεται με τη λ. σπιθαμή.