σπιθίαι

From LSJ

ὁ δ' εὖ ἔρδων θεοὺς ἐλπίδι κυδροτέρᾳ σαίνει κέαρ → but he who does well to the gods cheers his heart with a more glorious hope

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σπιθίαι Medium diacritics: σπιθίαι Low diacritics: σπιθίαι Capitals: ΣΠΙΘΙΑΙ
Transliteration A: spithíai Transliteration B: spithiai Transliteration C: spithiai Beta Code: spiqi/ai

English (LSJ)

σανίδες νεώς, Hsch. σπίκανον· σπάνιον, Id.

Greek (Liddell-Scott)

σπιθίαι: «σανίδες νεὼς» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

Α
(κατά τον Ησύχ.) «σανίδες νεώς».
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. πιθ. συνδέεται με τη λ. σπιθαμή.