ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → as a foreigner, follow the laws of that country | when in Rome, do as the Romans do
Full diacritics: ξηροτήγᾰνον | Medium diacritics: ξηροτήγανον | Low diacritics: ξηροτήγανον | Capitals: ΞΗΡΟΤΗΓΑΝΟΝ |
Transliteration A: xērotḗganon | Transliteration B: xērotēganon | Transliteration C: ksirotiganon | Beta Code: chroth/ganon |
τό, Syrac. for τήγανον, Hegesand.38.
[Seite 279] τό, syrakusisch = τήγανον, Ath. VI, 229 a.
ξηροτήγᾰνον: τό, Συρακοσ. ἀντὶ τήγανον, Ἡγήσανδρ. παρ’ Ἀθην. 299Α.
ξηροτήγανον, τὸ (Α)
(στους Συρακοσίους) το τηγάνι.