φάσθαι
From LSJ
μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.
English (LSJ)
inf. pres. Med. of φημί, Il.1.187, Od.11.443.
French (Bailly abrégé)
inf. prés. Moy. de φημί.
Greek (Liddell-Scott)
φάσθαι: ἀπαρέμφ. μέσ. ἐνεστ. τοῦ φημί, Ἰλ. Α. 187, Ὀδ. Λ. 443.
English (Autenrieth)
see φημί.
Greek Monotonic
φάσθαι: απαρ. Μέσ. ενεστ. του φημί· φάσθε, βʹ πληθ. προστ., φάσθω, γʹ ενικ.
Russian (Dvoretsky)
φάσθαι: эп. inf. praes. med. к φημί.