ζακαλλής

From LSJ
Revision as of 09:40, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Φίλον δι' ὀργὴν ἐν κακοῖσι μὴ προδῷς → Amicum ob iram deserere cave in malis → Verrate einen Freund nicht in der Not aus Zorn

Menander, Monostichoi, 529
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ζᾰκαλλής Medium diacritics: ζακαλλής Low diacritics: ζακαλλής Capitals: ΖΑΚΑΛΛΗΣ
Transliteration A: zakallḗs Transliteration B: zakallēs Transliteration C: zakallis Beta Code: zakallh/s

English (LSJ)

ές, (κάλλος) A very beautiful, Hsch. ζακελτίδες, v. ζεκ-.

German (Pape)

[Seite 1136] Hesych. = περικαλλής.

Greek (Liddell-Scott)

ζᾰκαλλής: -ές, (κάλλος) περικαλλής, Ἡσύχ.

Greek Monolingual

ζακαλλής, -ές (Α)
πολύ ωραίος, ωραιότατος, περικαλλής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζα- + -καλλής < κάλλος (πρβλ. α-καλλής, περι-καλλής)].