σφυροπέλεκυς

From LSJ
Revision as of 12:00, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart

Menander, Monostichoi, 473
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σφῡροπέλεκυς Medium diacritics: σφυροπέλεκυς Low diacritics: σφυροπέλεκυς Capitals: ΣΦΥΡΟΠΕΛΕΚΥΣ
Transliteration A: sphyropélekys Transliteration B: sphyropelekys Transliteration C: sfyropelekys Beta Code: sfurope/lekus

English (LSJ)

εως, ὁ, A hammer-axe, IG12.313.132.

Greek Monolingual

-ελέκεως, ο, ΝΑ
εργαλείο του οποίου το ένα άκρο έχει σχήμα σφύρας ενώ το άλλο σχήμα πελέκεως
νεοελλ.
είδος σκεπαρνιού με σχισμή στο κέντρο της λεπίδας του για την εξαγωγή καρφιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σφῦρα + πέλεκυς.