τελεσσίνοος
From LSJ
οἱ Κυρηναϊκοὶ δόξαις ἐχρῶντο τοιαύταις: δύο πάθη ὑφίσταντο, πόνον καὶ ἡδονήν, τὴν μὲν λείαν κίνησιν, τὴν ἡδονήν, τὸν δὲ πόνον τραχεῖαν κίνησιν → the Cyrenaics admitted two sensations, pain and pleasure, the one consisting in a smooth motion, pleasure, the other a rough motion, pain
English (LSJ)
[ῐ], ον, A = τελεσσίφρων, Orph.A.1311.
German (Pape)
[Seite 1085] poet. = τελεσίνοος, Orph. Arg. 1308.
Greek (Liddell-Scott)
τελεσσίνοος: -ον, = τελεσσίφρων, Ὀρφ. Ἀργ. 1308.