ἀποσήθω

From LSJ
Revision as of 20:40, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Τὰ μικρὰ κέρδη ζημίας μεγάλας (μείζονας βλάβας) φέρει → Minora noxas lucra maiores ferunt → Die kleinen Ränke tragen große Strafe ein

Menander, Monostichoi, 496
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποσήθω Medium diacritics: ἀποσήθω Low diacritics: αποσήθω Capitals: ΑΠΟΣΗΘΩ
Transliteration A: aposḗthō Transliteration B: aposēthō Transliteration C: apositho Beta Code: a)posh/qw

English (LSJ)

A sift off, separate by sifting, Dsc.5.88. 2 metaph., riddle completely, rob, Herodic. ap. Ath.13.591c.

German (Pape)

[Seite 324] durchseihen, ὕδωρ Hippocr.; übertr., aussieben, ausbeuteln, neben ἀποδύειν τοὺς συνόντας Herodic. bei Ath. XIII, 591 c.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποσήθω: κοσκινίζω, χωρίζω διὰ κοσκινίσματος, ἀποσήθοντες τοῦ πυροῦ τὸ τρόφιμον Κλήμ. Ἀλ. 164: ― στραγγίζω, σουρώνω, ὕδωρ, διάφ. γραφ. ἐν Ἱππ. π. Ἀέρ. 285. 2) μεταφ. «ξεστραγγίζω», γυμνώνω τινά, κατακλέπτω αὐτόν, «Ἡρόδικος δὲ... τὴν Φρύνην παρὰ τοῖς ῥήτορσι... Σηστὸν καλεῖσθαι διὰ τὸ ἀποσήθειν καὶ ἀποδύειν τοὺς συνόντας» Ἀθήν. 591C.

Spanish (DGE)

cribar, cerner en v. pas. τὸ πρῶτον ἀποσησθέν en la confección de albayalde, Dsc.5.88
act. fig. τοὺς συνόντας de una hetera cribar, esquilmar a sus amantes, Herodicus en Ath.591c.

Greek Monolingual

ἀποσήθω (Α)
1. κοσκινίζω
2. σιγά σιγά κατακλέβω την περιουσία κάποιου.