δι' ἐρημίας πολεμίων πορευόμενος → he marched on without finding any enemy, his route lay through a country bare of enemies
Full diacritics: κοττάνα | Medium diacritics: κοττάνα | Low diacritics: κοττάνα | Capitals: ΚΟΤΤΑΝΑ |
Transliteration A: kottána | Transliteration B: kottana | Transliteration C: kottana | Beta Code: kotta/na |
ἡ, = παρθένος (Cret.), Hsch.
κοττάνα, ἡ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) (στους Κρήτες) παρθένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Συνδέεται με τη λ. κόττανον και με εβρ. τ. qātōn + θηλ. qetannā «μικρή, νέα, ανήλικο κορίτσι»].