μετακίνημα

From LSJ
Revision as of 04:05, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Δυσαμένη δὲ κάρηνα βαθυκνήμιδος ἐρίπνης / Δελφικὸν ἄντρον ἔναιε φόβῳ λυσσώδεος Ἰνοῦς (Nonnus, Dionysiaca 9.273f.) → Having descended from the top of a deep-greaved cliff, she dwelt in a cave in Delphi, because of her fear of raving/raging Ino.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μετακῑνημα Medium diacritics: μετακίνημα Low diacritics: μετακίνημα Capitals: ΜΕΤΑΚΙΝΗΜΑ
Transliteration A: metakínēma Transliteration B: metakinēma Transliteration C: metakinima Beta Code: metaki/nhma

English (LSJ)

ατος, τό, movement, displacement, τῶν ὄψεων Hp.Prorrh.2.19 (pl.), cf. Al.Ps.43(44).15.

German (Pape)

[Seite 147] τό, das Umgestellte, die Umstellung, Hippocr.

Greek (Liddell-Scott)

μετακίνημα: τό, κίνησις, τά δὲ σμικρὰ μετακινήματα τῶν ὀψέων Ἱππ. Προρρητικ. 102, 40.

Greek Monolingual

το (Α μετακίνημα) μετακινώ
μετακίνηση, μετάθεση («τὰ δὲ σμικρά μετακινήματα τῶν ὄψεων», Ιπποκρ.).