σαρκοτακής

From LSJ
Revision as of 17:50, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Σαυτὸν φύλαττε τοῖς τροποῖς ἐλεύθερον → Te liberum ipse moribus praesta tuis → Bewahre deine Freiheit dir durch deine Art

Menander, Monostichoi, 485
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σαρκοτᾰκής Medium diacritics: σαρκοτακής Low diacritics: σαρκοτακής Capitals: ΣΑΡΚΟΤΑΚΗΣ
Transliteration A: sarkotakḗs Transliteration B: sarkotakēs Transliteration C: sarkotakis Beta Code: sarkotakh/s

English (LSJ)

ές, (τήκω) wasting the flesh, νοῦσοι Procl.H.7.44.

Greek (Liddell-Scott)

σαρκοτᾰκής: -ές, (τήκω) ὁ τὴν σάρκα τήκων, φθείρων, νοῦσοι Πρόκλ. Ὕμν. εἰς Ἀθην. 44.

Greek Monolingual

-ές, Α
(κυρίως για νόσο) αυτός που φθείρει τη σάρκα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σάρξ, σαρκός + -τακής (< θ. τακ-, πρβλ. -τάκ-ην, παθ. αόρ. β' του τήκω «λειώνω, φθείρω»), πρβλ. γυιο-τακής].