ἱπποκάμπιον

From LSJ
Revision as of 16:16, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

τούτων γάρ ἑκάτερον κοινῷ ὀνόματι προσαγορεύεται ζῷον, καί ὁ λόγος δέ τῆς οὐσίας ὁ αὐτός → and these are univocally so named, inasmuch as not only the name, but also the definition, is the same in both cases (Aristotle, Categoriae 1a8-10)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱπποκάμπιον Medium diacritics: ἱπποκάμπιον Low diacritics: ιπποκάμπιον Capitals: ΙΠΠΟΚΑΜΠΙΟΝ
Transliteration A: hippokámpion Transliteration B: hippokampion Transliteration C: ippokampion Beta Code: i(ppoka/mpion

English (LSJ)

τό, Dim. of ἱππόκαμπος, Epich.115. II a kind of ear-ring, Poll.5.97.

Greek (Liddell-Scott)

ἱπποκάμπιον: τό, ὑποκορ. τοῦ ἱππόκαμπος, Ἐπίχ. 16 Ahr. ΙΙ. εἶδος ἐνωτίων, Κωμ. παρὰ Πολυδ. Ε΄, 97.

Greek Monolingual

ἱπποκάμπιον, τὸ (Α)
1. υποκορ. του ιππόκαμπος
2. είδος σκουλαρικιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππόκαμπος + υποκορ. κατάλ. -ιον (πρβλ. ιμάντ-ιον, κεράσ-ιον)].